2022: Έτος Ιάκωβου Καμπανέλλη
Αυτή την φορά η Νάξος ας διεκδικήσει πρωταγωνιστικό ρόλο σε μια ανακήρυξη που περιέχει μεγάλη τιμή για την γενέθλια γη του μεγάλου συγγραφέα Ιάκωβου Καμπανέλλη.
Αλλωστε στη Νάξο βρίσκεται το μουσείο του και εδώ βρίσκεται το θέατρο που φέρει το όνομά του…
Το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού ανακήρυξε το 2022 ως «Έτος Ιάκωβου Καμπανέλλη», με αφορμή τη συμπλήρωση 100 ετών από τη γέννησή του. Στις 2 Δεκεμβρίου 2021, ημέρα των γενεθλίων του, θα πραγματοποιηθεί η εναρκτήρια εκδήλωση ενώ το σύνολο των εκδηλώσεων, στο πλαίσιο του αφιερωματικού έτους, τελούν υπό την αιγίδα του ΥΠΠΟΑ.
H διαδικασία για την κήρυξη «Έτους Ιάκωβου Καμπανέλλη» ξεκίνησε Μάρτη 2020, μετά από την επιστολή της κας Άννας Ψαρούδα-Μπενάκη, ως Προέδρου της Ακαδημίας Αθηνών προς την Υπουργό Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνα Μενδώνη, στην οποία «η Ολομέλεια της Ακαδημίας Αθηνών εκφράζει την ένθερμη υποστήριξή της στην ανακήρυξη του έτους Δεκέμβριος 2021-Δεκέμβριος 2022 ως «Έτους Ιακώβου Καμπανέλλη, κατόχου της έδρας της Θεατρικής Δραματουργίας της Ακαδημίας, επί δώδεκα έτη συναπτά». Να σημειωθεί ότι το ίδιο αίτημα είχε υποβάλει ο Δήμος Νάξου και Μικρών Κυκλάδων, τόπος καταγωγής του θεμελιωτή του σύγχρονου νεοελληνικού θεάτρου.
«Η ανακήρυξη του 2022 ως «Έτους Καμπανέλλη», δήλωσε η Υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού, «αποτελεί ελάχιστο αντίδωρο στο τεράστιο πνευματικό έργο του μεγάλου Έλληνα συγγραφέα. Ο Ιάκωβος Καμπανέλλης στο αξεπέραστο έργο του, κατέγραψε με μοναδικό τρόπο την ελληνική ιστορία και την κοινωνική πραγματικότητα της μεταπολεμικής περιόδου. Κατάφερε, όσο κάνεις άλλος, να συνθέσει, με ρεαλισμό αλλά και λυρισμό, τις δυσκολίες, τον αγώνα, αλλά και τη δύναμη και την ελπίδα του ελληνικού λαού. Εκτός όμως από την διαχρονική αξία του έργου του, ο Ιάκωβος Καμπανέλλης, υπήρξε σπουδαίος Έλληνας. Ένας πνευματικός άνθρωπος, ένας ανήσυχος πολίτης και ένας θαρραλέος αγωνιστής, σύμβολο αντίστασης κάθε μορφής φασισμού. Ο Καμπανέλλης υπήρξε ένας μοναδικός άνθρωπος. Όσοι είχαμε την τιμή και την χαρά να τον γνωρίσουμε, διδαχθήκαμε πολλά από αυτή την συναναστροφή. Ευφυής, καλοσυνάτος, μεγάθυμος, ευαίσθητος, ποιητικός, νησιώτης».
Τόσο «Η αυλή των θαυμάτων», όσο και το «Παραμύθι χωρίς όνομα» (1959), βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο της Πηνελόπης Δέλτα, την οποία ο Καμπανέλλης γνώριζε από παιδί, αναδείχθηκαν ως τα δύο πιο αγαπητά και πολυπαιγμένα θεατρικά του έργα. Το 1973, εν μέσω της δικτατορίας, παρουσίασε «Το μεγάλο μας τσίρκο» (1973) με το θίασο Καρέζη – Καζάκου και μουσική Σταύρου Ξαρχάκου, μετατρέποντας το θέατρο Αθήναιον, σε χώρο αντιδικτατορικών εκδηλώσεων.
Κατά τη διάρκεια της Γερμανικής κατοχής φυλακίστηκε στο Μαουτχάουζεν. Αποτύπωσε την τραγική του εμπειρία στο χρονικό του «Μαουτχάουζεν» (1961). Με τη δύναμη της ψυχής του και τη δημιουργική του πένα, μετουσίωσε τον πόνο σε όραμα, ελπίδα και αγάπη ζωής. Η μαρτυρία του αποτέλεσε τεράστια εκδοτική επιτυχία. Με τις συνεχείς επανεκδόσεις της, μέχρι σήμερα, αναδεικνύεται ως το επίτευγμα της αντιπολεμικής λογοτεχνίας, το οποίο προκαλεί το ενδιαφέρον του κοινού και της κριτικής.
Ο Καμπανέλλης, εκτός από θεατρικός συγγραφέας, πεζογράφος και δοκιμιογράφος, υπήρξε και στιχουργός. Έγραψε τραγούδια, που η μελοποίηση τους με τη μουσική των Μίκη Θεοδωράκη, Μάνου Χατζιδάκι, Σταύρου Ξαρχάκου, συνέβαλαν στην εξέλιξη του νεοελληνικού τραγουδιού, έγιναν επιτυχίες και τραγουδιούνται μέχρι σήμερα.
Εξίσου γόνιμη ήταν και η συμβολή του στον νεοελληνικό κινηματογράφο ως σεναριογράφου σε ταινίες: «Η Στέλλα» (1955) του Μιχάλη Κακογιάννη, ο «Δράκος» (1956) του Νίκου Κούνδουρου, «Η αρπαγή της Περσεφόνης» (1956) του Γρηγόρη Γρηγορίου, «Το Αμαξάκι» (1957) του Ντίνου Δημόπουλου, «Τα Κορίτσια στον Ήλιο» (1968) του Βασίλη Γεωργιάδη, αλλά ενίοτε και ως σκηνοθέτη σε δικές του ταινίες όπως «Η Χιονάτη και τα εφτά γεροντοπαλίκαρα» (1960) και «Το κανόνι και τ’ αηδόνι» (1968).
Για την προσφορά του έχει τιμηθεί από την Πολιτεία, με τις ύψιστες διακρίσεις. Τιμήθηκε ως επίτιμος διδάκτωρ της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Κύπρου (1996), της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών του ΑΠΘ (1999) και του τμήματος Θεατρικών Σπουδών της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών (1999). Εξελέγη παμψηφεί και αναγορεύθηκε Ακαδημαϊκός (1999), εγκαινιάζοντας την έδρα του Θεάτρου, στην Ακαδημία Αθηνών. Η Προεδρία της Δημοκρατίας του απένειμε το παράσημο του Ανώτερου Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικα (2000). Από το 2003 έως το 2007 διετέλεσε Πρόεδρος της Βουλής των Εφήβων, διαδεχόμενος τον Αντώνη Σαμαράκη. Πέθανε στις 29 Μαρτίου 2011, λίγο μετά την εκδημία της γυναίκας του.