Εκτός χάρτη μεγάλων σεισμών Νάξος, Πάρος, Μύκονος, Σύρος, Ανδρος, Τζια και Μικρές Κυκλάδες

Εκτός χάρτη μεγάλων σεισμών Νάξος, Πάρος, Μύκονος, Σύρος, Ανδρος, Τζια και Μικρές Κυκλάδες

Η Ελλάδα δοκιμάζεται κατά καιρούς από καταστροφικούς σεισμούς, ακόμη και φονικούς. Οι Έλληνες έχουμε μάθει να ζούμε με τους σεισμούς, αυτό όμως δεν σημαίνει πως οι σεισμικές δονήσεις κάνουν την εμφάνισή τους με την ίδια ένταση και συχνότητα σε όλη την χώρα.

Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των περισσοτερών νησιών των Κυκλάδων, που είναι εκτός «χάρτη μεγάλων σεισμών» αν και δίπλα τους είναι δύο εν δυνάμει εστίες για “ξύπνημα” του Εγκέλαδου. Το ηφαίστειο της Σαντορίνης και το ρήγμα της Αμοργού. Παρά το γεγονός ότι έδωσαν διαχρονικά μεγάλους σεισμούς, εν τούτοις λίγο επηρρέασαν τη στατικότητα των υπόλοιπων νησιών.

Αυτό δεν σημαίνει πως είναι «ασεισμική» περιοχή, καθώς σε όλη την Ελλάδα υπάρχει πάντοτε το ενδεχόμενο ισχυρών σεισμικών δονήσεων. Ωστόσο, σε σύγκριση με τις περισσότερες περιοχές της χώρας, η ελληνική Θράκη έχει λιγότερους και μικρότερης έντασης σεισμούς.

Στην φωτοαπεικόνιση, που αποτυπώνει τους σεισμούς τουλάχιστον 4ων ρίχτερ στην Ελλάδα από το 1900 έως το 2017, στις Κυκλάδες έχουν ελάχιστοι σεισμοί είτε με επίκεντρο την στεριά, είτε το Πέλαγος. Βέβαια στο κεντρικό Αιγαίο, έχουν καταγραφεί στο παρελθόν ακόμη και φονικοί σεισμοί. Με μικρό κύκλο, στην εικόνα, είναι οι σεισμοί από 4 έως 4,9 Ρίχτερ, ενώ με τους μεγαλύτερους κύκλους είναι οι σεισμοί 7 κι άνω Ρίχτερ.

Εκτός χάρτη μεγάλων σεισμών Νάξος, Πάρος, Μύκονος, Σύρος, Ανδρος, Τζια και Μικρές Κυκλάδες

 

 

 

 

Στην «πλάκα» του Αιγαίου

Η Ελλάδα βρίσκεται στη σύνθετη οριακή ζώνη στην ανατολική Μεσόγειο μεταξύ της Αφρικανικής πλάκας και της Ευρασιατικής πλάκας. Το βόρειο τμήμα της Ελλάδας βρίσκεται στην Ευρασιατική πλάκα ενώ το νότιο τμήμα βρίσκεται στην πλάκα του Αιγαίου, η οποία μετακινείται νοτιοδυτικά σε σχέση με την Ευρασιατική πλάκα περίπου 30 mm/έτος ενώ η Αφρικανική πλάκα υποχωρεί προς τα βόρεια κάτω από την πλάκα του Αιγαίου με ρυθμό περίπου 40 mm/έτος. Το βόρειο όριο πλάκας είναι ένα σχετικά διάχυτο αποκλινόμενο όριο ενώ το νότιο συγκλίνον όριο σχηματίζει το ελληνικό τόξο.

Οι ισχυρότεροι σεισμοί ιστορικά είναι εκείνοι που συνδέονται με το Ελληνικό Τόξο, αν και κανένας δεν είναι μεγαλύτερος των 7,2 βαθμών όπως έχει παρατηρηθεί από τις σύγχρονες καταμετρήσεις των σεισμολογικών οργάνων. Ωστόσο τα πρότερα ιστορικά σεισμικά γεγονότα των 365 π.Χ. και 1303 μ.Χ. πιθανόν να ήταν πολύ μεγαλύτερα από τις παραπάνω σεισμικές καταμετρήσεις. Στην ηπειρωτική Ελλάδα, οι βλάβες προκαλούνται από τεκτονικούς σεισμούς έως και 7 βαθμούς της κλίμακας Ρίχτερ, ενώ στο Βόρειο Αιγαίο έχουν σημειωθεί γεγονότα με μέγεθος έως 7,2 βαθμών. Τέλος, έχουν καταγραφεί σεισμοί ενδιαμέσου βάθους με μεγέθη άνω των 7 βαθμών στα όρια του ελληνικού τόξου, αλλά τέτοιου είδους γεγονότα προκαλούν μικρές υλικές ζημιές, αν και είναι ευρέως αισθητά σε μεγάλες γεωγραφικές αποστάσεις.

Το παρόν δημοσίευμα βασίζεται στη μεταπτυχιακή διατριβή της Τόνιας Αλ. Παράσχη «σεισμοί στον εθνικό και επαρχιακό τύπο», πρόγραμμα μεταπτυχιακών σπουδών «γεωεπιστήμες και περιβάλλον», κατεύθυνση «γεωλογία χρήσεων γη» και σε πληροφορίες από την Εγκυκλοπαίδεια «Δομή».

About The Author

Μετάβαση στο περιεχόμενο