“Να τα πούμε;”
Τα δυσνόητα κάλαντα της πρωτοχρονιάς και η εξήγηση τους
“Όλοι μας έχουμε πει τα κάλαντα της πρωτοχρονιάς και για έναν περίεργο λόγο δεν μπορούσαμε να κατανοήσουμε το νόημά τους”, σημειώνει ο Ιεροψάλτης στην Παναγία Σουμελά, καθηγητής βυζαντινής μουσικής, συγγραφέας, μέλος και εκπρόσωπος της Ενωμένης Ρωμηοσύνης στη Βέροια, Γιάννης Κοτζάμπασης. Και προσθέτει:
“Ενώ ξεκινούν με αναφορά στην αρχή του χρόνου και στην αρχή του μηνός, ενδιάμεσα
ακούγονται στίχοι που δεν δένουν με την προηγούμενη αναφορά και ακούγεται κάτι άσχετο. Αυτό συμβαίνει, διότι ακούγονται δύο διαφορετικές ιστορίες , μια, με στίχους θρησκευτικού περιεχομένου και μια με στίχους ερωτικού περιεχομένου μπερδεμένες σε μία ιστορία.
Στους στίχους των καλάντων που ακολουθούν οι μονοί στίχοι είναι οι στίχοι των καλάντων που αναφέρονται στον Άγιο Βασίλειο, που γιορτάζει την πρωτοχρονιά και οι ζυγοί, αυτοί που απευθύνονται στην κοπέλα. Σε παρένθεση οι επεξηγήσεις που αφορούν στην κοπέλα.
Κάλαντα Πρωτοχρονιάς
1. Αρχιμηνιά και αρχιχρονιά
2. Ψηλή μου δεντρολιβανιά (που είσαι ψηλή σαν δεντρολιβανιά)
3. και αρχή καλός μας χρόνος
4. εκκλησιά με τ’ άγιο θόλος (με το καπέλο είσαι σαν εκκλησιά με τον τρούλο)
5. Αρχή που βγήκε ο Χριστός, άγιος και πνευματικός
6. στη γη να περπατήσει και να μας καλοκαρδίσει (αν βγει να περπατήσει
θα ευφρανθούν οι καρδιές μας)
7. Άγιος Βασίλης έρχεται
8. και δεν μας καταδέχεται (δεν καταδέχεται η κοπέλα)
9. από την Καισαρεία
10. συ είσαι αρχόντισσα κυρία (εσύ που μου αρέσεις είσαι αρχόντισσα)
11. Βαστάει εικόνα και χαρτί
12. ζαχαροκάντιο ζυμωτή (είσαι σαν γλυκό ζυμωμένο, σαν ζαχαροκάντιο[i])
13. χαρτί και καλαμάρι
14. δες κι εμέ το παλληκάρι (κοίτα και μένα το παλληκάρι)
15. Το καλαμάρι έγραφε
16. την μοίρα του την έλεγε (τη μοίρα του παλληκαριού, την ατυχία του;;)
17. και το χαρτί ομίλει
18. άγιε μου, άγιε μου καλέ Βασίλη (ο στίχος αυτός υπάρχει σε πολλές εκδοχές και είναι η ακροτελεύτια αναφώνηση του νέου προς τον Άγιο Βασίλη).
Έπειτα από αυτή την γλωσσολογική και νοηματική επεξήγηση των στίχων των καλάντων, αποκτά νόημα το περιεχόμενό τους και γίνονται κατανοητά, τα δυσνόητα. Στα χρόνια του Βυζαντίου, οι πολίτες της κατώτερης τάξης δεν μπορούσαν να συνομιλούν με τους άρχοντες της ανώτερης τάξης, παρά μόνο κατά τη διάρκεια των γιορτών για να τους απευθύνουν ευχές. Έτσι λοιπόν ένα ερωτοχτυπημένο παλικάρι προσπάθησε να προσεγγίσει μια αρχόντισσα και να της κάνει ερωτική εξομολόγηση παραθέτοντας τους στίχους του ποιήματος του μέσα στα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς!”
Τέλος, σημειώνει: “[i] κάντιο=ελληνική μεσαιωνική λέξη κάνδιον (ιταλ. Candi ‹ αραβ. kandi
‹ ινδ. kand = ζαχαροκάλαμο. Κάντιο λοιπόν σημαίνει ζάχαρη που βγαίνει
από το ζαχαροκάλαμο και μεταφορικά καθετί που είναι πολύ γλυκό.”