Ναξιώτες στο έπος της Αλβανίας: Γράμματα από το μέτωπο
Οπως και απ’ όλη την Ελλάδα έτσι και από τη Νάξο, τα παλικάρια με το χαμόγελο στα χείλη έχτισαν το έπος των Ελλήνων στα βουνά της Αλβανίας…
Ο πατέρας του Γιάννη Δημητροκάλλη ήταν ένας από εκείνα τα παλικάρια.
Ο γιός του βρήκε και διέσωσε τις επιστολές του στην γυναίκα του όταν ξεκουραζόταν για λίγη ώρα από την μάχη, την πορεία στο χιόνι και την λάσπη, σε μια πλαγιά της Πίνδου…
Ο Γιάννης Δημητροκάλλη αναφέρει:
Επιστολές του Πατέρα μου από το Μέτωπο της Αλβανίας (Αποσπάσματα από βιογραφικό του βιβλίο μου) (σ.σ. το οποίο δεν εκδόθηκε ακόμη…)
“…… 21-11-1940 …… Σού συνιστώ, όμως, και δια τελευταίαν φορά, όχι μόνον μην στενοχωρείσαι, αλλά να είσαι υπερήφανη και ευχαριστημένη. Δεν μπορείς να φαντασθείς πόσον ωραίον είναι να κινείσαι, να εργάζεσαι και εν γένει να ζεις μόνον για την τιμή και την δόξα της Πατρίδος. …..”
Πόσο πολύτιμη αξία έχει, για κάθε Λαό, το απίστευτο εθνικό φρόνημα, που αναδύεται μέσα από την φράση «Δεν μπορείς να φαντασθείς πόσον ωραίον είναι να κινείσαι, να εργάζεσαι και εν γένει να ζεις μόνον για την τιμή και την δόξα της Πατρίδος», όταν γράφεται από έναν 25χρονο ερωτευμένο σύζυγο, πατέρα ενός γιού μόλις 2 χρόνων, που πάει να πέσει μέσα στη φωτιά του πολέμου. Και δεν ήταν μια λαμπερή εξαίρεση το συναίσθημα αυτό του Πατέρα μου, ήταν το γενικό κλίμα εθνικοφροσύνης, που σε μια κρίσιμο, για την Ελλάδα, περίοδο καλλιέργησε, έγκαιρα, ο δικτάτορας Ι. Μεταξάς.
“……. «Τ.Τ. 850 19-12-1940
Μαράκι μου, χρυσή μου γυναικούλα.
Μόλις σήμερα, μου δίνεται η ευκαιρία να σου γράψω, με άνεση, δυο λόγια για να μάθεις κατά το δυνατόν την εν πολέμω ζωή μου, δια την οποίαν τόσον έχεις στενοχωρηθεί. Αγωνίζομαι, όπως κάθε Έλλην, εις τα άγρια και χιονοσκεπασμένα βουνά της Αλβανίας, για να προωθήσωμεν τα σύνορα της Ελλάδος όσο μπορούμε πιο ψηλά και για να δημιουργήσουμε ευτυχισμένο το μέλλον όλων των ηρώων Ελλήνων, που τα χαλύβδινα στήθη τους διώχνουν τους άτιμους Ιταλούς, όσο προφθάνουν πιό πίσω. Δεν μπορείς να φαντασθής πόση χαρά και υπερηφάνεια αισθάνομαι, όταν προσφέρω τα πενιχράς υπηρεσίας μου προς την πατρίδα, εις εξαιρετικώς δυσκόλους στιγμάς. Δεν είναι δυνατόν να φαντασθής τη ζωή μας στην πραγματικότητα. Με την ίδια αγωνία, με την ίδια προσπάθεια και προ πάντων με το ίδιο χαμόγελο, εργαζόμεθα νυχθημερόν, με μόνον σκοπόν την τιμήν και το μεγαλείον της νέας μεγάλη μας Ελλάδος. Οι αιχμάλωτοι εχθροί μας, που σαν κοπάδια προβάτων πολλάκις οδήγησα, θαυμάζουν την αντοχήν μας και παρομοιάζουν τα στήθη και τη λόγχη μας με την γραμμή Μαζινώ. ……..”