Μια ερωτική απαγωγή έφερε ένα μακροχρόνιο πόλεμο μεταξύ Ναξου και Μιλήτου
Από τον Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου, δάσκαλο, συγγραφέα
ΜΟΙΧΕΙΑ ΚΑΙ ΑΠΑΓΩΓΗ: Κάποτε ο Νάξιος Προμέδων φιλοξενήθηκε στο σπίτι ενός φίλου του, του Υψικρέοντα από τη Μίλητο. Η γυναίκα του Υψικρέοντα ερωτεύτηκε παράφορα τον Προμέδοντα και μία νύχτα που έλειπε ο άντρας της πήγε στο δωμάτιο του. Παρόλο που ο Προμέδοντας δεν ήθελε να προδώσει τον φίλο του δεν μπόρεσε να αντισταθεί στην Νέαιρα. Έτσι, την πήρε και έφυγαν κρυφά για την Νάξο. Η απαγωγή αυτή προκάλεσε μακροχρόνιο πόλεμο μεταξύ των πόλεων.
ΕΝΑ ΜΗΜΥΜΑ: Κατά τον Πλούταρχο, μία ημέρα που οι Μιλήσιοι γιόρταζαν τα Θαργήλια, κατάφερε, με το πρόσχημα ότι ήθελε να στείλει ένα δώρο στα αδέλφια της, να κρύψει μέσα στο ψωμί που τους έψησε ένα μήνυμα που παρακινούσε τους Ναξίους να επιτεθούν μετά το πέρας της γιορτής, όταν όλοι θα ήταν μεθυσμένοι ή θα κοιμούνταν. Οι Νάξιοι ακολουθώντας τις οδηγίες της εισέβαλαν στο στρατόπεδο των συμμάχων κατατροπώνοντας τους. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, εκείνος που πρόδωσε τους Μιλησίους ήταν ο Διόγνητος. Σύμφωνα με αυτή την εκδοχή, όταν η Πολυκρίτη ζήτησε από τον Διόγνητο να προδώσει τους συμμάχους, εκείνος έβγαλε μαχαίρι να τη σκοτώσει αλλά η αγάπη του για την κόρη υπερίσχυσε. Μια άλλη, τρίτη, παραλλαγή, που τη διασώζει ο Αριστοτέλης, αναφέρει πως ο Διόγνητος γνώρισε την κόρη στο Δήλιο ιερό όπου είχε αποκλειστεί από την πολιορκία. Όταν της ζήτησε να γίνει δική του εκείνη δέχτηκε με αντάλλαγμα την προδοσία των συμμάχων.
ΤΡΑΓΙΚΟ ΤΕΛΟΣ: Σε κάθε περίπτωση και σε όλες τις παραλλαγές του Μύθου, η Πολυκρίτη είχε τραγικό τέλος. Λέγεται ότι ενώ είχε ζητήσει να μην σκοτώσουν τον Διόγνητο αφού και εκείνη τον αγαπούσε, οι Νάξιοι τον σκότωσαν κατά λάθος και εκείνη πέθανε από την λύπη της για τον θάνατο του. Άλλες εξιστορήσεις αναφέρουν ότι η νέα πέθανε από τη συγκίνηση της στη διάρκεια της μεγαλοπρεπούς υποδοχής που της επεφύλαξαν οι Νάξιοι ή πως θάφτηκε κάτω από το βάρος των ταινιών και των ζωνών που τις πετούσαν από τον ενθουσιασμό τους οι συμπατριώτες της!
Το μέρος όπου τάφηκε ονομάστηκε “Βασκάνου τάφος” γιατί οι Νάξιοι έλεγαν πως μία βάσκανη μοίρα δεν άφησε την Πολυκρίτη να ζήσει για να χαρεί τις τιμές που της άξιζαν.
ΠΑΡΑΘΕΜΑ: Ο Πλούταρχος1 για την Πολυκρίτη: “Ναξίοις καὶ Μιλησίοις συνέστη πόλεμος διὰ τὴν Ὑψικρέοντος τοῦ Μιλησίου γυναῖκα Νέαιραν. αὕτη γὰρ ἠράσθη Προμέδοντος Ναξίου καὶ συνεπένευσεν· ὃς ἦν μὲν ξένος τοῦ Ὑψικρέοντος, ἐρασθείσῃ δὲ τῇ Νεαίρᾳ συνῆλθε, καὶ τὸν ἄνδρα φοβουμένην ἀπαγαγὼν εἰς Νάξον ἱκέτιν τῆς Ἑστίας ἐκάθισεν. τῶν δὲ Ναξίων οὐκ ἐκδιδόντων χάριν τοῦ Προμέδοντος, ἄλλως δὲ ποιουμένων πρόφασιν τὴν ἱκετείαν ὁ πόλεμος συνέστη. τοῖς δὲ Μιλησίοις ἄλλοι τε πολλοὶ καὶ προθυμότατα τῶν Ἰώνων Ἐρυθραῖοι συνεμάχουν, καὶ μῆκος ἔσχε καὶ συμφορὰς ἤνεγκε μεγάλας ὁ πόλεμος· εἶτ’ ἐπαύσατο δι’ ἀρετὴν γυναικός, ὡς συνέστη διὰ μοχθηρίαν. Διόγνητος γὰρ ὁ τῶν Ἐρυθραίων στρατηγὸς [ἔχων καὶ] πεπιστευμένος ἔρυμα κατὰ τῆς Ναξίων πόλεως εὖ πεφυκὸς καὶ κατεσκευασμένον, ἠλάσατο λείαν τῶν Ναξίων πολλὴν καὶ γυναῖκας ἐλευθέρας καὶ παρθένους ἔλαβεν. ὧν μιᾶς Πολυκρίτης ἐρασθεὶς εἶχεν αὐτὴν οὐχ ὡς αἰχμάλωτον ἀλλ’ ἐν τάξει γαμετῆς γυναικός. ἑορτῆς δὲ τοῖς Μιλησίοις καθηκούσης ἐν τῇ στρατιᾷ καὶ πρὸς πόσιν ἁπάντων καὶ συνουσίας τραπομένων, ἠρώτησε τὸν Διόγνητον ἡ Πολυκρίτη, μή τι κωλύοι πεμμάτων μερίδας ἀποπέμψαι τοῖς ἀδελφοῖς αὑτῆς. ἐπιτρέψαντος δ’ ἐκείνου καὶ κελεύσαντος, ἐνέβαλε μολίβδινον γραμματίδιον εἰς πλακοῦντα, κελεύσασα φράσαι τὸν κομίζοντα τοῖς ἀδελφοῖς, ὅπως αὐτοὶ μόνοι καταναλώσωσιν ἃ ἔπεμψε. οἱ δ’ ἐντυχόντες τῷ μολίβδῳ καὶ τὰ γράμματα τῆς Πολυκρίτης ἀναγνόντες, κελευούσης νυκτὸς ἐπιθέσθαι τοῖς πολεμίοις, ὡς ὑπὸ μέθης διὰ τὴν ἑορτὴν ἐξημελημένων πάντων, προσήγγειλαν τοῖς στρατηγοῖς καὶ παρώρμησαν ἐξελθεῖν μετ’ αὐτῶν. ἁλόντος δὲ τοῦ χωρίου καὶ πολλῶν διαφθαρέντων, ἐξῃτήσατο τὸν Διόγνητον ἡ Πολυκρίτη παρὰ τῶν πολιτῶν καὶ διέσῳσεν. αὐτὴ δὲ πρὸς ταῖς πύλαις γενομένη καὶ θεασαμένη τοὺς πολίτας ἀπαντῶντας αὐτῇ, μετὰ χαρᾶς καὶ στεφάνων ὑποδεχομένους καὶ θαυμάζοντας, οὐκ ἤνεγκε τὸ μέγεθος τῆς χαρᾶς, ἀλλ’ ἀπέθανεν αὐτοῦ πεσοῦσα παρὰ τὴν πύλην, ὅπου τέθαπται, καὶ καλεῖται βασκάνου τάφος, ὡς βασκάνῳ τινὶ τύχῃ τὴν Πολυκρίτην φθονηθεῖσαν οὐκ ἀπολαῦσαι τῶν τιμῶν. Οὕτω μὲν οἱ Ναξίων συγγραφεῖς ἱστοροῦσιν· ὁ δ’ Ἀριστοτέλης φησὶν οὐχ ἁλούσης τῆς Πολυκρίτης, ἄλλως δέ πως ἰδόντα τὸν Διόγνητον ἐρασθῆναι καὶ πάντα διδόναι καὶ ποιεῖν ἕτοιμον εἶναι· τὴν δ’ ὁμολογεῖν ἀφίξεσθαι πρὸς αὐτόν, ἑνὸς μόνου τυχοῦσαν, περὶ οὗ τὸν Διόγνητον, ὥς φησιν ὁ φιλόσοφος, ὅρκον ᾔτησεν· ἐπεὶ δ’ ὤμοσεν, ἠξίου τὸ Δήλιον αὐτῇ δοθῆναι (Δήλιον γὰρ ἐκαλεῖτο τὸ χωρίον), ἄλλως δ’ οὐκ ἂν ἔφη συνελθεῖν. ὁ δὲ καὶ διὰ τὴν ἐπιθυμίαν καὶ διὰ τὸν ὅρκον ἐξέστη καὶ παρέδωκε τῇ Πολυκρίτῃ τὸν τόπον, ἐκείνη δὲ τοῖς πολίταις. ἐκ δὲ τούτου πάλιν εἰς ἴσον καταστάντες, ἐφ’ οἷς ἠβούλοντο πρὸς τοὺς Μιλησίους διελύθησαν”.
Konsatntinosa.oikonomou@gmail.com www.scribd.com/oikonomoukon